Sunday, March 23, 2008

Αίθριες - Οδυσσέας Ελύτης




Τα μυρισμένα χείλη
της ημέρας φιλούσι
το αναπαυμένον μέτωπον
της οικουμένης

Ανδρέας Κάλβος


1

Ονομα δροσερό σα να μεγάλωσε στο πέλαγος
ή να'ζησε σε μιά γαλάζιαν άνοιξη στα στήθια
φέρνει σιμά τον κόσμο. Κι' είναι η μέρα
που άρχισε από μέσα της η ενδόμυχη
ανατολή που ξέχασε τα δάκρυα
δείχνοντας μεσ' στους χώρους των ματιών
γήινα θρύμματα ευτυχίας.

2

Ουρανός καθαρόαιμος
δάχτυλα που τα πήρε ρυάκι
περασμένα απ'τον ύπνο

Στα χλωρά δαφνόφυλλα
γυμνή κείτεται η μέρα.

3

Η στιλπνή αίσθηση παίρνεται στα μάτια
ύλη ξεσηκωμένη από το χώμα
επίπεδο του επάνω ανέμου
ω ταξίδι ευφρόσυνο

Κάθε στιγμή πανί που αλλάζει χρώμα
και κανείς
κανείς ίδιος
στο απαράλλακτο διάστημα.

4

Χρυσίζει ο κόπος του καλοκαιριού η δίκαιη
του ήλιου υπόσταση. Να στάχυα
πρόσωπα γυμνά
καμένα στο αίσθημα!

Κι' ο κάμπος κυματίζει ο Ερωτας
κυματίζει ο κρύφιος κόσμος

Καθαρός ύμνος του βίου.

5

Τα κορίτσια που πάτησαν τα λίγα
λόγια μεγαλωμένα του ήλιου
γέλασαν! Και ποιά κίνηση
στις άσπρες πασχλαιές
στις φυλλωσιές που ανίδεες
σκέπασαν τις κακές πράξεις των ίσκιων
τις κρυφές γαμήλιες σταλαγματιές

Ονειρα νιόνυφα! Δεν τ' απαρνιέται ο χρόνος
και στο χνούδι του βρίσκουν την εικόνα τους.

6

Λιγοστεύουν στα μάτια οι στέγες των πουλιών
φως πάλι φως η ψυχή που μάχεται
υπερήφανη κλαγγή μακριά του κόσμου
όπλο και σφρίγος.

Κι'η αλήθεια η φούχτα του νερού
καθαρού πριν απ' τη δίψα
στο άπειρο.

7

Το σταφύλι αυτό που δίψασε η ψυχή
γεμισμένη απτόητο άνεμο
η θητεία του καλοκαιριού
στα πεύκα στα κύματα
ένας έρωτας άσπρος και γλαυκός

με γυμνές ώρες
που κρατάν στα δάχτυλα την ύπαρξη
κυματιστή
ξεφυλλισμένη
ελεύθερη
σαν φως
στα πλατιά ενδόμυχα δώματα.

8

Μιά ιππασία στα σύννεφα
μιά κάμαρη όπου γδύθηκε κορίτσι αγαπημένο
ένα μπουκέτο ημέρες ύστερα από την βροχή
ο ήλιος
εγώ
που έσκαψα τόσες νυχτιές να τον ξαφνιάσω
δίνοντας μια σπρωξιά στην αναμφίβολη
ευτυχία.

Ναι το εαρινό απόσπασμα
μου αφήνει την καρδιά
μου αφήνει τη γοητεία
να νιώθομαι πάντοτε άλλου ενώ γέρνω εδώ πέρα.

Ω λυγισμένη ευωδιά
κλωνάρι κρύο παιδί νερού
αγαθό μονοπάτι.

9

Κύκνοι σαλεύουν τα πηγαία ονόματα της ώρας
ώρες κεντούν τα χέρια μου στη χαραυγή
σαν τόξα που σκιρτούν σε κάθε διάβα χίμαιρας
και παίζουν όπως παίζω
και γλυστρούν

Οι ελπίδες έρχονται.

10

Κατάστηθα στο ρεύμα
ψάρι που ψάχνει διαύγεια σ' άλλο κλίμα
χέρι που δεν πιστεύει τίποτε

Δεν είμαι σήμερα όπως χτες
οι ανεμοδείχτες μ' έμαθαν να νιώθω
λιώνω τις νύχτες τις χαρές γυρίζω απ' την ανάποδη
σκορπάω τη λήθη ανοίγοντας ένα περιστερεώνα
φεύγοντας απ' την πίσω πόρτα τ' ουρανού
χωρίς μιλιά στο βλέμμα
καθώς παιδί που κρύβει ένα γαρίφαλλο
μεσ' στα μαλλιά του.

11

Χωρίς γυαλί στην δρόσο αυτή που κλαίει
από χαρά χωρίς γαζίες την άνοιξη
χαδιάρα που εμπιστεύεται τις φυλλωσιές της
σ' όλο τον ίσκιο της αναπνοής μου σήμερα
αύριο
γέλιο ανάσκελο
σ' ένα μαντίλι που έχασε τις τέσσερις του άκρες
σκόρπια μοναξιά.

12

Στο ρυάκι που λιάζεται
σαν ημερήσιο επίθετο
μιλεί ο κορυδαλλός
δεν ξέρει πως βρέθηκε
να ζει σ' ένα σεργιάνι
ατέλειωτο
πως ήπιε τόσες πρωινές στιγμές
και σχίζει με το φέγγος του
την αιωνιότητα.

13

Ακυβέρνητη ζωή
σχέδια με χέρια που διανυχτερεύουν
αγγίζοντας τα σύννεφα
σαν πανιά
σα θαύματα
γλάρων που ύψωσαν ως εκεί την παρθενιά τους
φέγγοντας τις ελπίδες με μικρές καρδιές ανθρώπων

Ω νεότητα
πληρωμή του ήλιου
αιμάτινη στιγμή
που αχρηστεύει το θάνατο.

14

Πουλιά στα χίλια χρώματα
των ενθουσιασμών
ελαφρά καλοκαίρια
στέγες κοντά στον ουρανό μόλις
που αγγίζουνε

Θ' αδειάσουμε τη στάμνα
θα γίνουμε γλαύκοι
δωρητές του πελάγους.

15

Ηβη της μέρας πρώτη κρήνη της χαράς
η αρχαία μυρσίνη τινάζει τη σημαία της
θ' ανοίξει ο κόλπος των κορυδαλλών στο φως
κι' ένα τραγούδι θα σταθεί μετέωρο
σπέρνοντας τα χρυσά κριθάρια της φωτιάς
στους πέντε ανέμους

Λευτερώνοντας τη γήινη ομορφιά.

16

Ναι οι μηλιές ανθίζουν
με μιάν ανάσα μουσικής μέσα στα φύλλα
δακρύβρεχτες μορφές καρπών μετεωρίζονται
απαλά
μέσα στ' αμίλητο νερό της κολυμπήθρας του ήλιου

Ναι θα στολίσουμε τη γη
θα σφίξουμε τη μέρα
θ' αλαλάξουμε
στο στήθος της αληθινής μητέρας.

17

Ετσι μιλεί μικρή γαλαζοαίματη
που βγήκε από κοχύλι με δροσιά στα χείλη

Φίλη ξανθή της θάλασσας.

18

Μακρινή αφοσίωση μιά μέρα ελπίζει
σφίγγει στο στήθος της τα δέντρα τα παιδιά της
κοιτάζει τη μελλούμενη σοδειά
φύλλα καρπούς ανθούς πολύκλαδα όνειρα

Θα' χει βροχές κι' ανέμους για να τ' αναθρέψει
θα' χει κοιλάδες για να τ' αναπάψει
και για να τα πονέσει - μιά βαθιά καρδιά.

19

Η σάρκα της ιτιάς η αρχέγονη φωτιά της νιότης
η ανεκμετάλλευτη μιλιά της ευωδιάς της γης
η ρίζα η σπίθα η αστραπή το σύννεφο

Σκάψιμο δίχως τέλος με χαρά και ιδρώτα
μέσα στα μεταλλεία της καρδιάς
μέσα στα ματωμένα σπλάχνα της οδύνης
διάβα μεσ' από τους πορθμούς της θύμησης
πιό μακριά ολοένα πιό μακριά πιό πέρα
εκεί που σβήνει τη μορφή της η έρημος.


20

Κατασταλαγμένη μουσική
στους βυθούς των μενεξέδων
χώμα νοτισμένα από
αρχαία ρέμβη εφτάχρωμη

Μόλις ακούγεται μακριά
το καρδιοχτύπι
κι' οι αθώοι του καημοί
πίδακες χρυσανθέμων.

21

Μιά τέτοια συντυχία
το ρόδο και ο κρουνός της μέρας
το έμφυτο πάθος κι' η αποθέωση
το κάθε τι προσάναμμα χαράς
το κάθε τι χέρι του χαίρε
μεγάλη ασβεστοχρισμένη αυγή
στην προσθαλάσσωση του πρώτου ονείρου
φλύαρη μαρμαρυγή
έξοδος
στην υπαίθρια λευτεριά των κρίνων.

No comments: