Tuesday, December 31, 2013
Monday, December 23, 2013
Happiness is when what you think, what you say, and what you do are in harmony.
Mahatma Gandhi
Friday, December 20, 2013
το να είσαι εδώ πολύ είναι
Το να είσαι εδώ πολύ είναι
Οι μούσες σού υφάνανε με τα πυκνά μαλλιά τους
ένα δίχτυ να το απλώσεις στο χρυσό φώς
στη μουσική του τη μυστική φωνή του
ανοίγει το εδώ με το πέραν
αίσθηση του τωρινού σε αρχαία πέτρα
τον ερημωμένο από τά πυρηνικά τάφο
ενώνει με τους τάφους εκεί αναπαυμένα
η καρδιά προσδοκά στέκει τανύπτερη
είναι μια τεταμένη χορδή μια ψυχή
διαρκές φτερούγισμα πάνω από τά νερά του δέλτα
εφήμερο είδος,τι αγωνιάς;
Στο λίκνο όπου ανάθαλλε έκαιγε στις φλέβες νέος πυρετός
στένεψε ετότε βλέμμα ρυθμός στο δεινό της αντίφασης
στο αβέβαιο χαλί ολίσθησε η αμφιθυμία
Η ζωή ποτέ δεν χάνει το θάνατο από τα μάτια της
κάθε μέρα τον δοκιμάζει
Παραξενεύει η ματιά μπροστά στα νωπά μνήματα
και πάλι ορθώνεσαι
σε μιά εικόνα πάνω γυρεύεις να αναπαυτείς
του αγγείου το ράγισμα ακολουθείς δελεασμένος
νυχτερίδα στη θέση αγγέλου ψαύεις
Το επίμονα καρτερείν είναι για δυνατούς λύτες
Το άγγελμα που κλήτευες στα βάθη ζητάς
να χωρέσει το αίσθημά σου τη μουσική
στις φτερούγες από πέτρα
Ανεβαίνουν γεννιές την κλίμακα
η κληματίδα δένει τσαμπί ηλιοφόρο
Βέβαιη ύπαρξη δυνάμεις
με κρυφή ενέργεια μυούνε στο νόημά σου γή
αθώρητα, εράσμιες φωνές μέσα στη φωνή μας
εμάς που είμαστε ομολογία ξενότητας
εγκώμιο χαρισάμενο στο σκαιό καμπύλο γραμμών μοιραίων
σημαίνει να πιαστείς από βάθη από ύψη
τα αλίκτυπα πλάτη τις λαγόνες τους
Τα αποτυπώματα μας στο κατώφλι γνωρίζει το σπίτι
και μας δέχεται, ειδάλλως εντός μας θα το νιώθαμε;
Σαν χέρι μας αγκαλιάζει κι όταν το βλέμμα
στρέφουμε έξω, είμαστε εμείς σπίτι που βλέπει
στην προσδοκία ,στο απέραντο πετάει η ματιά
η φύση εκδέχεται το σχήμα μας, σφραγισμένη την εικόνα μας
Σαν να στάθηκε στα πόδια του εκεινά
ο τρίποδας με το αίνιγμα του είναι
το διαγραμμένο ίχνος του «ου φονεύσεις»
αχνοφαίνεται κάτω από τις ερπύστριες
η τεχνική με την τεθωρακισμένη της θωριά
χλευάζει τον αποσυρμένο στα δύσβατα
οίκος των αίνων βαθύς των θρήνων λυγμός,
συναλγούν ξεναγούν περιάγουν το άλγος,
το ανερχόμενο αίσθημα περιθάλπει τα πεσμένα
στο ταραγμένο της αγωνίας ψυχομαχητό.
Η μοίρα μας ως όφειλλε μίτο έχει δέσει στον αφαλό της γης.
(Είναι μια πτώση εντός του έργου. Πένθιμη αίγλη
στο πιο μαύρο φώς
η κλονισμένη δύναμη Τέχνη και Θάνατος στην ίδια
μεμβράνη του Ερεβώδους
Δεν έχουμε τη ζωή έχουμε την κίνηση της ψυχής
κι έχουμε από τη μορφή θανάτου ένα άλλο αίνιγμα.
Λυμένο όσο το αίνιγμα της τέχνης.
_____________
Τη στιγμή που οι μούσες λύνουν τα μαλλιά τους
αναρριχάται ο στίχος φρυγμένος στον πόνο.)
Απέραντη τώρα είναι η αγκάλη της απουσίας
η Κυριακή μαζεύει λιανά χαμόκλαδα στο απόβραδο
πικρό δάκρυ γλιστρά στην τρυφερή καμπύλη της παρειάς
όπως στάλα βροχής στην επιφάνεια εικόνας
όλο το πρόσωπο χυμένη ομορφιά
Τη στιγμή που έμαθε να φτιάχνει κοφτερή λεπίδα
έμαθε και πώς να την ακονίζει
την τελευταία κίνηση της χαρίζει
να αποτελειωθεί
Από φοβερή αθέατη σχισμή το πέλαγος
τινάζει ψηλά σαγηνεμένο το φεγγάρι
σκιρτά κλαδί στο μεταφυσικό αεράκι
του απείρου οι συγκλονισμοί
Εκτορας Πανταζής γιά τον Νίκο
Οι μούσες σού υφάνανε με τα πυκνά μαλλιά τους
ένα δίχτυ να το απλώσεις στο χρυσό φώς
στη μουσική του τη μυστική φωνή του
ανοίγει το εδώ με το πέραν
αίσθηση του τωρινού σε αρχαία πέτρα
τον ερημωμένο από τά πυρηνικά τάφο
ενώνει με τους τάφους εκεί αναπαυμένα
η καρδιά προσδοκά στέκει τανύπτερη
είναι μια τεταμένη χορδή μια ψυχή
διαρκές φτερούγισμα πάνω από τά νερά του δέλτα
εφήμερο είδος,τι αγωνιάς;
Στο λίκνο όπου ανάθαλλε έκαιγε στις φλέβες νέος πυρετός
στένεψε ετότε βλέμμα ρυθμός στο δεινό της αντίφασης
στο αβέβαιο χαλί ολίσθησε η αμφιθυμία
Η ζωή ποτέ δεν χάνει το θάνατο από τα μάτια της
κάθε μέρα τον δοκιμάζει
Παραξενεύει η ματιά μπροστά στα νωπά μνήματα
και πάλι ορθώνεσαι
σε μιά εικόνα πάνω γυρεύεις να αναπαυτείς
του αγγείου το ράγισμα ακολουθείς δελεασμένος
νυχτερίδα στη θέση αγγέλου ψαύεις
Το επίμονα καρτερείν είναι για δυνατούς λύτες
Το άγγελμα που κλήτευες στα βάθη ζητάς
να χωρέσει το αίσθημά σου τη μουσική
στις φτερούγες από πέτρα
Ανεβαίνουν γεννιές την κλίμακα
η κληματίδα δένει τσαμπί ηλιοφόρο
Βέβαιη ύπαρξη δυνάμεις
με κρυφή ενέργεια μυούνε στο νόημά σου γή
αθώρητα, εράσμιες φωνές μέσα στη φωνή μας
εμάς που είμαστε ομολογία ξενότητας
εγκώμιο χαρισάμενο στο σκαιό καμπύλο γραμμών μοιραίων
σημαίνει να πιαστείς από βάθη από ύψη
τα αλίκτυπα πλάτη τις λαγόνες τους
Τα αποτυπώματα μας στο κατώφλι γνωρίζει το σπίτι
και μας δέχεται, ειδάλλως εντός μας θα το νιώθαμε;
Σαν χέρι μας αγκαλιάζει κι όταν το βλέμμα
στρέφουμε έξω, είμαστε εμείς σπίτι που βλέπει
στην προσδοκία ,στο απέραντο πετάει η ματιά
η φύση εκδέχεται το σχήμα μας, σφραγισμένη την εικόνα μας
Σαν να στάθηκε στα πόδια του εκεινά
ο τρίποδας με το αίνιγμα του είναι
το διαγραμμένο ίχνος του «ου φονεύσεις»
αχνοφαίνεται κάτω από τις ερπύστριες
η τεχνική με την τεθωρακισμένη της θωριά
χλευάζει τον αποσυρμένο στα δύσβατα
οίκος των αίνων βαθύς των θρήνων λυγμός,
συναλγούν ξεναγούν περιάγουν το άλγος,
το ανερχόμενο αίσθημα περιθάλπει τα πεσμένα
στο ταραγμένο της αγωνίας ψυχομαχητό.
Η μοίρα μας ως όφειλλε μίτο έχει δέσει στον αφαλό της γης.
(Είναι μια πτώση εντός του έργου. Πένθιμη αίγλη
στο πιο μαύρο φώς
η κλονισμένη δύναμη Τέχνη και Θάνατος στην ίδια
μεμβράνη του Ερεβώδους
Δεν έχουμε τη ζωή έχουμε την κίνηση της ψυχής
κι έχουμε από τη μορφή θανάτου ένα άλλο αίνιγμα.
Λυμένο όσο το αίνιγμα της τέχνης.
_____________
Τη στιγμή που οι μούσες λύνουν τα μαλλιά τους
αναρριχάται ο στίχος φρυγμένος στον πόνο.)
Απέραντη τώρα είναι η αγκάλη της απουσίας
η Κυριακή μαζεύει λιανά χαμόκλαδα στο απόβραδο
πικρό δάκρυ γλιστρά στην τρυφερή καμπύλη της παρειάς
όπως στάλα βροχής στην επιφάνεια εικόνας
όλο το πρόσωπο χυμένη ομορφιά
Τη στιγμή που έμαθε να φτιάχνει κοφτερή λεπίδα
έμαθε και πώς να την ακονίζει
την τελευταία κίνηση της χαρίζει
να αποτελειωθεί
Από φοβερή αθέατη σχισμή το πέλαγος
τινάζει ψηλά σαγηνεμένο το φεγγάρι
σκιρτά κλαδί στο μεταφυσικό αεράκι
του απείρου οι συγκλονισμοί
Εκτορας Πανταζής γιά τον Νίκο
Thursday, December 19, 2013
Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα,
ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός,
ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας,
ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος,
ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο,
ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο,
ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά.
Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων,
ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη,
παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων
σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό.
Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου…
Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε
και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε.
Ζοζέ Σαραμάγκου
Wednesday, December 18, 2013
Monday, December 16, 2013
Καί πάλι έκρουσα τα τερπνά και πάλι ο ήχος βυθίστηκε
______________
μαυρισμένα κεριά
ήλιε μου που με καίς
εσένα ποιός σε έκαψε
που μου είσαι μελανιασμένος, όλο κηλίδες
κι είσαι βελανιδιά
καρβουνιασμένη με εφτά κοράκια στα κλωνάρια σου
μαυρισμένα κεριά
*
οξύτατα πένθη
Είναι πιό δύσκολο να λυγίσει η γλώσσα
απ’ ότι τα σιδηρά σκαλιά που κάνουν άνω κάτω τις προσπελάσεις των σπηλαίων
ώστε δονούνται οι γαλαξιακές χοάνες στον ηλεκτρισμό
σώματος που ενηχείται
οι κραδασμοί τελούνται σε βάθος σιγής εκθετικών αποκαλύψεων.Μπορώ τη μοίρα;
ώ μούσα τερψίδωρη και πικροδάφνη μου κρασί
Γιατί και πάλλει η λέξη μέσα
στο μικρό ουρανό του στόματος και μες στού νού τα κράματα
ψαχνό στο ψάχνω ,στο ψαύω χόρδισμα
ψιθυρίσματα
ιλιγγιώδη τραύματα,φωνή σιγεί.
Κατά πάνω στην αλκή ολκός κεραυνός τα εξαίφνης
χτυπήματα λέξης στη μεμβράνη που δένει σκότος με φως
τύμπανα άλλου πολέμου ώ Τρωαδίτες μου!
*
πτέρνα ψυχική
αποσυρμός στο είναι αίνιγμα άγγιγμα
δακτυλικά εξάμετρα διαβαίνουν σκόνη κουφή
στάχτη ο λατίνος σκόνη ο έλληνας
Στο θερισμό προσφέρεσαι
ψάνα σταριού
σταράκι ύστερα στη μυλόπετρα του κόσμου
οι λέξεις σου
άλεσμα και θα ζυμωθεί
τραγούδι στο πέρασμα του νερού
λέξη ξύλο αέρας άλλοτε αυλός άλλοτε μονόξυλο με πανί
Καθώς θεοί πλάταιναν οι θάλασσες
αργούσε φώς στο ελάσσον μυστήριο
δ ι α χ ε ι μ α ζ ό μ ε ν ο ι
συνεχόμενο πρωί στο χάρτη τα νερά πάγος και φιόγγος θάλασσα
δεν μπορείς μόνο με λέξεις να τεντωθείς
και να φτάσεις τα όλκιμα
καθώς καμπάνες που σημαίνουν αστικές κυριακές
τά άρρηκτα για να περνά το θείο ασφαλώς
*
αίνος σπινθήρ
αβυσσοδεμένες οι ψυχές
Πώς είναι τότε ο θεός αστραψιά στο ξέφωτο
κι είσαι εσύ το ξεθέωμα
ψηφίδες από σωρό παίρνουν τη θέση τους
στην ανασύσταση μορφών
ν’ αστράψει πάνω τους το φώς ,
συναθροισμένα πρόσωπα στο γεννηθείτω.
Γιατί δεν έγιναν τυχαία σπηλιές, φιλοσόφων κρησφύγετα
γέννηση είπαν εις ουσίαν
και βρήκε λύση το αίνιγμα του θανάτου
τρένο με δόντια να τρώει χαράδρα
την ορφέωση των στοιχείων
ποτάμι μέσα σου όλα ποτάμι η γλώσσα σου
Εκτωρ Πανταζής
(φρυκτωρίες, ιδού γιατί αγαπώ τόσο πολύ τον Εκτορα)
______________
μαυρισμένα κεριά
ήλιε μου που με καίς
εσένα ποιός σε έκαψε
που μου είσαι μελανιασμένος, όλο κηλίδες
κι είσαι βελανιδιά
καρβουνιασμένη με εφτά κοράκια στα κλωνάρια σου
μαυρισμένα κεριά
*
οξύτατα πένθη
Είναι πιό δύσκολο να λυγίσει η γλώσσα
απ’ ότι τα σιδηρά σκαλιά που κάνουν άνω κάτω τις προσπελάσεις των σπηλαίων
ώστε δονούνται οι γαλαξιακές χοάνες στον ηλεκτρισμό
σώματος που ενηχείται
οι κραδασμοί τελούνται σε βάθος σιγής εκθετικών αποκαλύψεων.Μπορώ τη μοίρα;
ώ μούσα τερψίδωρη και πικροδάφνη μου κρασί
Γιατί και πάλλει η λέξη μέσα
στο μικρό ουρανό του στόματος και μες στού νού τα κράματα
ψαχνό στο ψάχνω ,στο ψαύω χόρδισμα
ψιθυρίσματα
ιλιγγιώδη τραύματα,φωνή σιγεί.
Κατά πάνω στην αλκή ολκός κεραυνός τα εξαίφνης
χτυπήματα λέξης στη μεμβράνη που δένει σκότος με φως
τύμπανα άλλου πολέμου ώ Τρωαδίτες μου!
*
πτέρνα ψυχική
αποσυρμός στο είναι αίνιγμα άγγιγμα
δακτυλικά εξάμετρα διαβαίνουν σκόνη κουφή
στάχτη ο λατίνος σκόνη ο έλληνας
Στο θερισμό προσφέρεσαι
ψάνα σταριού
σταράκι ύστερα στη μυλόπετρα του κόσμου
οι λέξεις σου
άλεσμα και θα ζυμωθεί
τραγούδι στο πέρασμα του νερού
λέξη ξύλο αέρας άλλοτε αυλός άλλοτε μονόξυλο με πανί
Καθώς θεοί πλάταιναν οι θάλασσες
αργούσε φώς στο ελάσσον μυστήριο
δ ι α χ ε ι μ α ζ ό μ ε ν ο ι
συνεχόμενο πρωί στο χάρτη τα νερά πάγος και φιόγγος θάλασσα
δεν μπορείς μόνο με λέξεις να τεντωθείς
και να φτάσεις τα όλκιμα
καθώς καμπάνες που σημαίνουν αστικές κυριακές
τά άρρηκτα για να περνά το θείο ασφαλώς
*
αίνος σπινθήρ
αβυσσοδεμένες οι ψυχές
Πώς είναι τότε ο θεός αστραψιά στο ξέφωτο
κι είσαι εσύ το ξεθέωμα
ψηφίδες από σωρό παίρνουν τη θέση τους
στην ανασύσταση μορφών
ν’ αστράψει πάνω τους το φώς ,
συναθροισμένα πρόσωπα στο γεννηθείτω.
Γιατί δεν έγιναν τυχαία σπηλιές, φιλοσόφων κρησφύγετα
γέννηση είπαν εις ουσίαν
και βρήκε λύση το αίνιγμα του θανάτου
τρένο με δόντια να τρώει χαράδρα
την ορφέωση των στοιχείων
ποτάμι μέσα σου όλα ποτάμι η γλώσσα σου
Εκτωρ Πανταζής
(φρυκτωρίες, ιδού γιατί αγαπώ τόσο πολύ τον Εκτορα)
L'ombra della luce - Franco Battiato
...perchè la pace che ho sentito in certi monasteri,
o la vibrante intesa di tutti i sensi in festa
sono solo l'ombra della luce...
o la vibrante intesa di tutti i sensi in festa
sono solo l'ombra della luce...
Oceano di silenzio - Franco Battiato
Un Oceano di Silenzio scorre lento
senza centro né principio
cosa avrei visto del mondo
senza questa luce che illumina
i miei pensieri neri.
Quanta pace trova l'anima dentro
scorre lento il tempo di altre leggi
di un'altra dimensione
e scendo dentro un Oceano di Silenzio
sempre in calma.